 Φούρνος - επίσκεψη επισήμου.
|  Το εφαρμοστήριο του μηχανουργείου. Επίδειξη της τέχνης σε επισκέπτες.
| Η σύντομη αυτή εξιστόρηση, κυρίως από την πλευρά της ερμηνείας του οικονομικού αδιέξοδου του Ορφανοτροφείου, δεν μπορεί ούτε και πρέπει να μεταδώσει την αίσθηση που αποκτά ο ερευνητής, καθώς διατρέχει τα τεκμήρια της ιστορίας ενός από τα μακροβιότερα, σημαντικότερα και πολυτιμότερα ιδρύματα της Θεσσαλονίκης. Και είναι ακριβώς η αίσθηση της συλλογικής προσπάθειας μιας μετασχηματιζόμενης κοινωνίας να στήσει και να στηρίξει ένα θεσμό και ταυτόχρονα έναν αποτελεσματικό μηχανισμό, προκειμένου, μέσα σε συνθήκες πλήρους απουσίας ασφαλιστικής και κρατικής πρόνοιας, να αντιμετωπίσει ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της εποχής, την ορφάνια.
Η τοπική κοινωνία δεν μπόρεσε να βρει τους πόρους για να στηρίξει αυτή την προσπάθεια. Ο Ιωάννης Παπάφης, εύπορος, άκληρος, μακρινός απόδημος, που ποτέ δεν επισκέφθηκε τη Θεσσαλονίκη μετά την σε νεαρή ηλικία αποδημία του, θα διαθέσει ένα σημαντικό κεφάλαιο που θα επιτρέψει την ανέγερση ενός από τα λαμπρότερα κτίρια της τότε καθ' ημάς Ανατολής. Το κτίριο αυτό, που δεν τελείωσε εύκολα ένεκα των ενδοκοινοτικών ερίδων του τέλους του 19ου αιώνα76, αποτέλεσε ένα σύμβολο υπερηφάνειας για τον ελληνικό κόσμο της Μακεδονίας. Η διοίκηση του Ιδρύματος αποτελείται από τους επιφανείς κοινοτικούς παράγοντες, επιτυχημένους επιχειρηματίες και επιστήμονες, που συμμετέχουν εθελοντικά όχι σε μια πολιτική διαχείριση αλλά σε μία φιλανθρωπική προσπάθεια, υπό την αιγίδα του μητροπολίτη της Θεσσαλονίκης. Πρόκειται ουσιαστικά για την κατάφαση του κοσμικού στοιχείου μέσα στη λειτουργική αναπαραγωγή του ορθόδοξου χριστιανικού κόσμου, που δεν εννοεί το λαϊκό στοιχείο ξεχωριστά από το κληρικό - στο συνδυασμό τους είναι που συναποτελούν την Εκκλησία του Κυρίου. Οι Θεσσαλονικείς αστοί που αναλαμβάνουν το έργο της διοίκησης του Ορφανοτροφείου συνέρχονται, σε τακτικά χρονικά διαστήματα, σε ιεροτελεστικές συνεδριάσεις με μακροσκελή ημερήσια διάταξη, που περιλαμβάνει τα πιο ανομοιογενή και λεπτομερειακά Ρέματα. Συχνά αναλαμβάνουν συγκεκριμένες αποστολές και καθήκοντα, όχι όμως της εμβέλειας που θα τους αποσπάσει από τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Λόγω του διοικητικού αυτού συγκεντρωτισμού, η καθημερινή διαχείριση, μέσα σε όρια ασφυκτικά περιορισμένα, ανήκει στον εκάστοτε διευθυντή, λειτουργό έντιμο και φιλότιμο που, πλαισιωμένος από ένα μικρό αριθμό ανώτερων υπαλλήλων, εργάζεται χωρίς ωράριο, για να συντονίσει ένα πλήθος λειτουργιών. Όλα αυτά κάτω από την προστατευτική σκέπη της μητρόπολης, στα γραφεία της οποίας θα καταλήξει κάθε σοβαρό ζήτημα.
Στα όρια του κόσμου αυτού, κάθε πρόβλημα που δεν είναι επείγον μπορεί να βρει κάποια λύση. Οι εφορείες των εκπαιδευτηρίων, του νοσοκομείου, του γηροκομείου και του ορφανοτροφείου, οι διοικήσεις των φιλόπτωχων αδελφοτήτων συνεργάζονται, είτε άμεσα είτε έμμεσα με τη βοήθεια της μητρόπολης ή της κοινοτικής αντιπροσωπείας. Σ' αυτό τον κόσμο, που διαρκεί όσο και η τουρκοκρατία, το κράτος είναι κάτι μακρινό και αλλότριο, όχι μόνο γιατί είναι αλλοεθνές αλλά και γιατί είναι οπισθοδρομικό. Οι κρατικοί λειτουργοί στην καλύτερη περίπτωση μπορούν απλώς να μην εμποδίσουν τις κοινοτικές προσπάθειες. Αυτές οι συνθήκες οδηγούν σε λύσεις περιορισμένες στα κοινοτικά πλαίσια, με απώτερα οικονομικά περιθώρια τις προσόδους των εκκλησιών, των κοινοτικών κτημάτων και τις εθελοντικές ατομικές προσφορές αλλά, ταυτόχρονα, λύσεις διαπνεόμενες από το σύνδρομο της αυτενέργειας και της αυτάρκειας77. Μέσα στο μικρόκοσμο της χριστιανικής κοινότητας, η κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας διεκπεραιώνει τα καθήκοντα της έναντι των προβλημάτων των φτωχών, των ασθενών, των παιδιών, επειδή ακριβώς είναι η κορυφή της ιεραρχίας και τα προβλήματα αυτά είναι δικά της. Το οθωμανικό κράτος φορολογεί, καταπιέζει και κερδοσκοπεί, αδιαφορώντας για τα προβλήματα των επιμέρους θρησκευτικών κοινοτήτων.
Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης αλλάζει τελείως το σκηνικό. Ένας νέος κρατικός μηχανισμός εγκαθίσταται. Οι κοινοτικοί θεσμοί σταδιακά αχρηστεύονται, τίθενται υπό έλεγχο, διαλύονται. Τα προβλήματα των σχολείων, του νοσοκομείου και των άλλων πρώην κοινοτικών ιδρυμάτων δεν παίρνουν την προτεραιότητα τους μέσα στα όρια του παλιού κόσμου αλλά σε ένα πολύ πιο εκτεταμένο πλαίσιο. Το Παπάφειο δεν είναι πια το κόσμημα της χριστιανικής Θεσσαλονίκης αλλά ένα ακόμη ορφανοτροφείο από τα πολλά στην Ελλάδα. Οι προτεραιότητες του πολέμου θέτουν τη σημασία της εκπαίδευσης και της διαβίωσης των ορφανών σε δεύτερη μοίρα. Οι αλλεπάλληλες επιτάξεις δημιουργούν συνθήκες διαλυτικές, και είναι πραγματικά θαύμα πώς το Παπάφειο τις ξεπέρασε. Με τη διάλυση της Κοινότητας η μητρόπολη δεν μπορεί πια να συνδράμει με την ανακατανομή των κοινοτικών - εκκλησιαστικών πόρων. Η συναλλαγματική πτώση του γαλλικού φράγκου, νόμισμα με το οποίο αποδίδονταν οι τόκοι του κληροδοτήματος του Παπάφη, αποδυνάμωσε τους ιδίους πόρους του Ορφανοτροφείου.
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα προήλθε από την αδυναμία των διοικήσεων να αναπτύξουν του ιδίους πόρους του Ιδρύματος. Σε αντιπαραβολή, η Αμερικανική Γεωργική Σχολή αρχίζει να λειτουργεί την ίδια χρονιά με το Παπάφειο, με πολύ πιο ταπεινά μέσα. Σε μία εικοσαετία, ακριβώς την εποχή που το Ορφανοτροφείο διανύει τη Βαθιά οικονομική κρίση του, η σχολή αυτή είναι ουσιαστικά αυτάρκης και πολύ μεγαλύτερη, έχοντας δώσει έμφαση στην ανάπτυξη των καλλιεργειών και στην οικονομική αυτοδυναμία78. Αντίθετα, στο Παπάφειο τα εργαστήρια παραμένουν ένα απλό εκπαιδευτικό παράρτημα, χωρίς ποτέ οι διοικήσεις να ξεπεράσουν τη διατύπωση ευχών για την αναδιοργάνωση τους και την ίδρυση ενός εμπορικού πρατηρίου μέσα στην αγορά, το οποίο θα επέτρεπε την αύξηση των πωλήσεων. Οι τέχνες που διδάσκονται παραμένουν ουσιαστικά οι ίδιες, στενά παραδοσιακές, βγαλμένες από τον κόσμο του 19ου αιώνα. Στη δεκαετία του 1920, ενώ η Αμερικανική Γεωργική Σχολή -ίδρυμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας χωρίς μόνιμη υποστήριξη από το αμερικανικό κράτος - επεκτείνει τις εγκαταστάσεις της και συμβάλλει στην αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος, το Παπάφειο εκποιεί κεντρικά οικόπεδα, για να καλύψει τα τρέχοντα ελλείμματα του. Η ευρηματικότητα των διοικήσεων εξαντλείται σε προτάσεις για εκμίσθωση του κτιρίου σε τρίτους, το Δημόσιο αναλώνεται σε επιβουλές κατά του κτιρίου, περιμένοντας να βοηθήσει, όταν πια δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια, όταν αυτό που πρωτύτερα θα μπορούσε να είναι επένδυση δεν μπορεί πλέον παρά να είναι κάλυμμα ελλείμματος. Στα τελευταία προπολεμικά χρόνια τα εργαστήρια επεκτείνονται, αλλά το διοικητικό σύστημα είναι τόσο συγκεντρωτικό και τόσο εξαρτημένο από το Δημόσιο, που όλα πλέον είναι ενταγμένα σε μία νοοτροπία διαχείρισης. Στη θέση των παλιών κοινοτικών αρχόντων, διορισμένοι έφοροι αναλώνονται σε ένα δίχως τέλος πόλεμο εγγράφων με αρμοδίους και μη για την επίσπευση του κρατικού εμβάσματος.
Πέρα από τις παραπάνω αδυναμίες, που χαρακτηρίζουν περισσότερο την νεοελληνική κοινωνία παρά το ίδιο το Παπάφειο, το Ίδρυμα αυτό κατάφερε, χάρη στην υποστήριξη της (Εκκλησίας και το μόχθο των εφόρων, των διευθυντών και του προσωπικού του, να περιθάλψει εκατοντάδες παιδιά, μέχρι το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, και χιλιάδες άλλα μετά από αυτόν. Ένας μεγάλος αριθμός ξυλουργών και επιπλοποιών, ραπτών και σιδηρουργών, μηχανοτεχνιτών και ηλεκτρολόγων της Θεσσαλονίκης επιδείκνυε και επιδεικνύει την ιδιότητα του αποφοίτου του Ορφανοτροφείου ως τίτλο τιμής. Ίσως αυτός είναι ο μεγαλύτερος τίτλος τιμής που ένα ίδρυμα μπορεί να αποκτήσει.
[ < Η Κρατική Παρέμβαση ]
* (Από το Βιβλίο Το Παπάφειο Ορφανοτροφείο και το Επιπλοποιείο του) Ευάγγελος Α. Χεκίμογλου Διδάκτωρ Οικονομικού Τμήματος ΑΠΘ
76 Ε. Χεκίμογλου, "Ταραχές στις ενορίες", Μακεδονική Ζωή, τχ. 315 (Αύγουστος 1992) σ.20 - 23, τχ. 316 (Σεπτέμβριος 1992) σ. 18 - 22, τχ. 317 (Οκτώβριος 1992) σ. 14 - 19.
77 Idem, "Νεότερες και λανθάνουσες ειδήσεις για τα εκπαιδευτήρια και τους οικονομικούς πόρους της ελληνορθόδοξης κοινότητας Θεσσαλονίκης, 1850 - 1912", Θεσσαλονίκη, Επιστημονική Επετηρίδα Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης, 4 (υπό εκτύπωση), 17 - 47.
78 Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος καν Αμερικανική Γεωργική Σχολή, Δουλεύοντας τη Γη. Φωτογραφική Ιστορία της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής, Θεσσαλονίκη 1994.
|